Πάμε γυμνάσιο!
Το πέρασμα από το δημοτικό στο γυμνάσιο σηματοδοτεί μια νέα εποχή. Θυμάμαι κι εγώ, πόση προετοιμασία, σκέψη, αναζήτηση, προετοιμασία αλλά αναπόφευκτα στρες είχε και για εμάς αυτή η μετάβαση. Όπως χιλιάδες άλλοι γονείς, για διάφορους λόγους, αναζητούσαμε κι εμείς το γυμνάσιο που θα φοιτούσαν τα παιδιά μας. Αποστάσεις, κόστη, οι ανάγκες και οι ικανότητες του κάθε παιδιού, οι επιθυμίες του, οι φόβοι και οι ανησυχίες του, οι αντοχές του, όλα έπρεπε να ληφθούν υπόψη.
Και τα δικά μου παιδιά, παρ΄ ότι περίμεναν τη προαγωγή στο γυμνάσιο με κάποιο δέος και αδημονία τώρα, καθώς φτάναμε προ των πυλών, τούς φάνταζε ξαφνικά τρομακτική. Ο άνθρωπος, ως ον κοινωνικό, μόνος του δεν επιβιώνει, κάτι που όλα τα παιδιά ενστικτωδώς γνωρίζουν. Το κοινωνικό πλαίσιο λοιπόν, έχει τεράστια σημασία γι αυτά, περισσότερο κι απ΄ τα μαθήματα. Ο κύριος λόγος που δεν θέλουν να αλλάξουν σχολείο είναι γιατί φοβούνται να χάσουν τους φίλους τους. Το να έχεις την παρέα σου και την θέση σου σ’ αυτήν, να σε θέλουν για φίλη, να σε αναγνωρίζουν, έχει τεράστια σημασία . Η παρέα, έστω κι ενός, παρέχει ασφάλεια και αίσθηση ταυτότητας. Ανταλλάσσεις σκέψεις, ιδέες αλλά και ανησυχίες. Αποτελεί επίσης ασπίδα προστασίας απέναντι στους άλλους. Το να βρεθείς λοιπόν άγνωστος μεταξύ αγνώστων μοιάζει πολύ απειλητικό. Όλοι οι γονείς ανεξαιρέτως γνωρίζουμε από πρώτο χέρι πόσο μπορεί να κοστίσει στα παιδιά, όταν τα πράγματα σε αυτό τον τομέα πάνε στραβά.
Όλοι οι άνθρωποι, ασχέτως ηλικίας, όταν περνάμε δύσκολα έχουμε εγγενή την ανάγκη κάποιος να σταθεί δίπλα μας, να μας καταλάβει και να μας ακούσει ακόμα και αν δεν μπορεί να μας αλλάξει τα δεδομένα. Αυτό είναι που κάνουν οι σωστοί φίλοι. Αυτό είναι που χρειάζονται τα παιδιά απ΄τους γονείς τους. Δεν είναι λίγοι εκείνοι που φοβούνται ότι αν εκτός από τις ενδυναμωτικές – και πολλές φορές υπερβολικές, και ορισμένες φορές αναληθείς- ατάκες και λογίδρια, αναγνωρίσουν τους φόβους και τις ανησυχίες του παιδιού τους, θα το οδηγήσουν στην παραίτηση. Κι όμως, μιλώντας ουσιαστικά μαζί του, αναγνωρίζοντάς του τα δυσκολεμένα συναισθήματά του, μοιραζόμενοι κι εμείς οι γονείς ορισμένες απ’ τις ανησυχίες αλλά και τις ελπίδες μας, στην ουσία το στηρίζουμε. Το βοηθάμε να νοιώθει λιγότερο μονάχο και με μας στο πλευρό του πιο έτοιμο να αντιμετωπίσει τη πρόκληση. Παράλληλα, τονίζοντας θετικά, όμορφα στοιχεία της προσωπικότητας του, ανακαλώντας άλλες ‘δοκιμασίες’ που πέρασε και άφησε πίσω του με επιτυχία, φέρνουμε μια νότα αισιοδοξίας. Τέλος, και εξίσου σημαντικά, διαβεβαιώνοντάς το ότι δεν θα χάσει τους παλιούς του φίλους και ότι θα φροντίσουμε να έχουν συχνή επαφή και επικοινωνία μαζί τους, καταλαγιάζει αισθήματα απώλειας αλλά και πένθους που αναπόφευκτα επιφέρει η μετάβαση από το δημοτικό στο γυμνάσιο
Η ένταξη σε πρότυπα σχολεία, μουσικά, καλλιτεχνικά και πολλά ιδιωτικά απαιτεί από το παιδί να περάσει από εισαγωγικές εξετάσεις. Είναι μια διαδικασία που απαιτεί από τους γονείς σημαντική και άκρως απαραίτητη αυτοκυριαρχία. Μπροστά σε κάποιο έντονο γεγονός, μια κρίση, έντονη πρόκληση, τα παιδιά στρέφονται στους γονείς τους για να πάρουν στίγμα. Οι γονείς που ‘χάνουν τη μπάλα’, που αδυνατούν να ελέγξουν τα συναισθήματά τους, πιέζουν και τρομάζουν υπερβολικά, εντείνουν το άγχος πέρα από τα όρια των αντοχών των παιδιών με αρνητικά αποτελέσματα για τον ψυχισμό τους. Όταν, όμως περνάμε μέσα από τα δύσκολα, με συγκέντρωση και αυτοέλεγχο, διδάσκουμε στα παιδιά μας μια πολύτιμη δεξιότητα ζωής. Τα παιδιά όσο κάνουν τη προσπάθειά τους πρέπει να γνωρίζουν ότι τα έχουμε στη καρδιά μας, ότι αξίζουν και ότι τα αγαπάμε άσχετα από το αποτέλεσμα. Επομένως, η εναλλακτική λύση σχολείου σε περίπτωση που δε βρεθούν ανάμεσα στους επιλαχόντες, το plan B, θα πρέπει να φαντάζει εξ’ αρχής ως ένα ενδιαφέρον ενδεχόμενο με τις δικές του δυνατότητες και προοπτικές και ποτέ ως τιμωρία ή αποτυχία.
Μέσα απ’ τα χρόνια των παιδιών μου στο σχολείο έμαθα να βλέπω την πρόοδό τους στα πλαίσια μιας διαδρομής που ξεδιπλώνεται, που έχει τις ευθείες της, τις στροφές, τα πυκνά δάση, αλλά και τις απότομες ανηφόρες, τις αναπάντεχες κατηφόρες, αλλά και ανοιχτές, όμορφες θέες. Είναι σημαντικό να ανακαλύπτεις ότι σε μερικά μαθήματα είσαι του 19 ενώ σε άλλα ίσως του 15, ή ότι το 18, όταν στο δημοτικό είχες μάθει στα 10ρια, είναι πιο ανηφορικό από ό,τι νόμιζες. Οι καλοί βαθμοί είναι πάντα επιβράβευση ενώ οι χαμηλοί (και οι πολύ χαμηλοί βαθμοί), μπορούν να αποβούν ιδιαίτερα διδακτικοί– σε καλούν να βρεις άλλες προσεγγίσεις, να αντλήσεις απ’ το δυναμικό σου, να αντέξεις τα δύσκολα συναισθήματα και να κάνεις χρήση όποιας βοήθειας βρεις και να συνεχίσεις… καταφέρνοντάς στα έστω και κατά τι καλύτερα. Τα παιδιά που παλεύουν με τους βαθμούς, εφόσον αντιμετωπιστούν σωστά, μέσα από τις δυσκολίες παίρνουν ένα θησαυρό εμπειριών, πραγματικές δεξιότητες ζωής, θα τους φανούν ιδιαίτερα χρήσιμες για το μέλλον.
Αναπόφευκτα και εμείς οι γονείς αναμετριόμαστε με όλα αυτά καθώς οι δικές μας σχολικές εμπειρίες από το βαθύ μακρινό παρελθόν έρχονται τώρα με φόρα στο προσκήνιο. Όταν πρόκειται για βαθμούς και πρόοδο, άγχη, αγωνίες, αισθήματα ντροπής, φόβου και ανταγωνισμο, πολλοί από εμάς ταλανιζόμαστε. Αρκετοί αντιδρούν με δραματική υπερβολή ή και σκληρότητα, λούζοντας τα παιδιά τους με ατάκες, αντιδράσεις και συναισθήματα δικών τους ή των πάλε ποτέ καθηγητών τους. Μέσα τους κρύβουν ένα ταλαιπωρημένο, κατά – τρομαγμένο και συχνά ντροπιασμένο εφηβάκι, που μη έχοντας μάθει διαφορετικά αναπαράγει παλιά σενάρια που στο τώρα μεταφέρονται στην επόμενη γενιά. Ανεκτίμητη η ψυχοθεραπεία σε τέτοιες περιπτώσεις! Μια (όσο γίνεται) ισορροπημένη πλαισίωση, μια προσέγγιση που λαμβάνει υπόψη της ότι τα χρόνια του σχολείου, ανάμεσα σε πολλά άλλα, μαθαίνεις και να μαθαίνεις. Δεν εγγυάται βέβαια απαραίτητα υψηλές βαθμολογίες, σίγουρα όμως προσφέρεται για αυτογνωσία, ψυχική υγεία και μπόλικες δεξιότητες. Τι καλύτερο για τους προσεχείς νεαρούς που τα παιδιά μας πρόκειται να γίνουν;!